Περιγραφή της μεθόδου επεξεργασίας
Η μονάδα κατεργασίας περιλαμβάνει:
• Κύκλωμα λειοτρίβησης για την εν υγρώ θραύση - λειοτρίβηση του προθραυσμένου μεταλλεύματος σε μύλο ημιαυτογενούς λειοτρίβησης και σφαιρόμυλο.
• Κύκλωμα επίπλευσης για την παραγωγή συμπυκνώματος χαλκού/χρυσού
• Κύκλωμα βαρυτομετρικής ανάκτησης του ελεύθερου χρυσού για την παραγωγή κράματος χρυσού doré.
• Πύκνωση και διήθηση του παραγόμενου συμπυκνώματος.
• Πύκνωση των αποβλήτων εμπλουτισμου.
Πλατεία προσωρινής αποθήκευσης προθραυσμένου μεταλλεύματος:
Το μετάλλευμα, αφού υποστεί πρόθραυση στις εγκαταστάσεις του μεταλλείου, μεταφέρεται και αποτίθεται προσωρινά σε μία στεγασμένη πλατεία σε μορφή κωνικού σωρού. Η στεγασμένη αυτή πλατεία έχει ενεργή αποθηκευτική ικανότητα 24.000 τόνων, ισοδύναμη με τη μέγιστη δυνατή παραγωγή του μεταλλείου μιας ημέρας, και συνολική περίπου 80.000 τόνων, ισοδύναμη με περίπου τρεις ημέρες της μέγιστης δυνατής παραγωγής.
Τροφοδοσία μεταλλεύματος στο κύκλωμα λειοτρίβησης:
Το υλικό μεταφέρεται από την σκεπαστή πλατεία μεταλλεύματος μέσα στο κτίριο της κεντρικής μονάδας εμπλουτισμού με τέσσερις τροφοδότες μεταβλητής ταχύτητας οι οποίοι βρίσκονται σε μια υπόγεια σήραγγα κάτω από την πλατεία. Οι τροφοδότες αδειάζουν σε έναν ταινιόδρομο ο οποίος καταλήγει στον τροφοδότη του μύλου ημιαυτογενούς λειοτρίβησης. Ο σχεδιασμός των τροφοδοτών έγινε με στόχο τη μεγιστοποίηση της ενεργού ικανότητας αποθήκευσης της πλατείας προσωρινής αποθήκευσης μεταλλεύματος. Ο ρυθμός τροφοδοσίας του μύλου ελέγχεται από το κέντρο ελέγχου της μονάδας κατεργασίας.
Κύκλωμα λειοτρίβησης:
Το μέγεθος τροφοδοσίας του κυκλώματος λειοτρίβησης είναι d80<150mm ενώ το μέγεθος του παραγόμενου προϊόντος είναι d80<120 μm. Αυτή η μείωση του μεγέθους επιτυγχάνεται με υγρή λειοτρίβηση δύο σταδίων, από έναν μύλο και έναν σφαιρόμυλο. Ο πολφός που παράγεται οδηγείται στα κυκλώματα επίπλευσης και βαρυτομετρικού διαχωρισμού. Το υλικό που διακινείται μεταξύ μύλου Η/Α.Λ. και σφαιρόμυλου είναι μεγέθους 2,0 έως 3,6 mm.
Κύκλωμα επίπλευσης:
Η επίπλευση γίνεται σε 4 στάδια: (α) την χονδροειδή (rougher), (β) την 1η τελική (1st cleaning), (γ) την καθαριστική ) και (δ) την 2η τελική (2nd cleaning) προς παραγωγή ενός καθαρού συμπυκνώματος χαλκού – χρυσού.
Οι κυψέλες επίπλευσης είναι μηχανικά αναδευόμενες, και φέρουν σύστημα εμφύσησης πεπιεσμένου αέρα. Το προϊόν της χονδροειδούς επίπλευσης (rougher) μετά από επαναλειοτρίβηση τροφοδοτεί το 1ο στάδιο της τελικής επίπλευσης (1st cleaning). Η στάθμη του πολφού ελέγχεται με βαλβίδες που βρίσκονται στην έξοδο των κυψελών. Ο αέρας πουχρησιμοποιείται στην επίπλευση παράγεται από δύο πολυβάθμιους φυγοκεντρικούς συμπιεστές, ένας εν λειτουργία και ένας εφεδρικός.
Κύκλωμα επαναλειοτρίβησης:
Η επαναλειοτρίβηση γίνεται σε έναν σφαιρόμυλο διαμέτρου 4,60m και μήκους 7,00 m. Ο μύλος φέρει λαστιχένιες επενδύσεις και χρησιμοποιεί, ως λειοτριβητικά μέσα, σφυρήλατες σφαίρες χάλυβα με διάμετρο 25mm. Ο κινητήρας του μύλου είναι 2,25MW και φέρει πλήρη συστήματα για λίπανση, προστασία κίνησης και ψύξης όμοια με τους άλλους μύλους.
Κύκλωμα βαρυτομετρικής ανάκτησης του ελεύθερου χρυσού:
Το κύκλωμα ανάκτησης του ελεύθερου χρυσού έχει σχεδιαστεί να είναι σε κατακόρυφη διάταξη με στόχο την μεγιστοποίηση της ροής του υλικού διά βαρύτητας μεταξύ των επιμέρους σταδίων της διαδικασίας.
Το κύκλωμα βαρυτομετρικής ανάκτησης ελεύθερου χρυσού (Β.Α.Χ.) απαρτίζεται από φυγοκεντρικούς διαχωριστές KNELSON. Η αρχή λειτουργίας των εν λόγω διαχωριστών βασίζεται στην αξιοποίηση της διαφοράς του ειδικού βάρους του χρυσού από τα περιβάλλοντα μη χρήσιμα ορυκτά, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται διαχωρισμός.
Μονάδα χρυσού - ξήρανση, φρύξη και τήξη:
Η μονάδα χρυσού είναι κατασκευασμένη από ενισχυμένο σκυρόδεμα και έχει ανεξάρτητο σύστημα επεξεργασίας απαερίων και εξαερισμού. Στον χώρο αυτό γίνεται αφ ́ ενός η παραγωγή ράβδων χρυσού doré και αφ ́ ετέρου η αποθήκευση και φόρτωση των ράβδων σε ειδικά διαμορφωμένα φορτηγά.
Το τελικό συμπύκνωμα της Β.Α.Χ, που μεταφέρεται στη μονάδα χρυσού, κατανέμεται χειρονακτικά σε ανοξείδωτους χαλύβδινους δίσκους, οι οποίοι τοποθετούνται εντός ενός μικρού μεγέθους φούρνου ξήρανσης – φρύξης. Το προϊόν της ξήρανσης αποθηκεύεται προσωρινά για να κρυώσει εντός της μονάδας χρυσού. Τα απαέρια της φρύξης συλλέγονται και καθαρίζονται με πλυντρίδα (wet scrubbers) πριν απελευθερωθούν στην ατμόσφαιρα.
Περίπου μια φορά την εβδομάδα το κρύο πλέον προϊόν αναμιγνύεται με συλλιπάσματα και τήκεται σε επαγωγικό κλίβανο. Το τελικά παραγόμενο υλικό χυτεύεται σε πλάκες κράματος χρυσού doré των 10 kg οι οποίες περιέχουν 80% χρυσό, 10% άργυρο ενώ το υπόλοιπο 10% συνίσταται κυρίως από χαλκό. Η σκωρία που παράγεται από την τήξη, θραύεται χειρωνακτικά και μεταφέρεται στην τροφοδοσία του μύλου Η/Α.Λ. προς επανεπεξεργασία.
Οι δοκιμές βαρυτομετρικής ανάκτησης χρυσού έδειξαν ότι ένα ποσοστό 30 - 37% του χρυσού του μεταλλεύματος που τροφοδοτείται στο εργοστάσιο εμπλουτισμού μπορεί να ανακτηθεί με τη μορφή κράματος χρυσού doré.
Αντιδραστήρια εμπλουτισμού
Γενικά:
Τα κύρια αντιδραστήρια που χρησιμοποιούνται στο κύκλωμα εμπλουτισμού είναι τα ακόλουθα:
• Νατριούχος ισοπροπυλική ξανθάτη (SIPX) ως αρχικός συλλέκτης.
• Aeropromoter MX-5010 (ή εναλλακτικά κάποιο θειονοκαρβαμικό ισοδύναμο με το διακοπτόμενο Aeropromoter 5540) ως προωθητικό.
• Μεθυλισοβουτυλκαρβινόλη (MIBC) ως κύριο αφριστικό και Dowfroth 250 ως
βοηθητικό αφριστικό (πολυαλκοόλες).
• Κροκιδωτικό για την επιτάχυνση της διαδικασίας διαχωρισμού στερεών - υγρών.
• Τέλος, πολφός υδρασβέστου για τη ρύθμιση του pH στην καθαριστική επίπλευση και στο κύκλωμα συμπυκνωμάτων.
Μόνο κατά τη διάρκεια της κατεργασίας των οξειδωμένων μεταλλευμάτων από το ενοποιημένο επιφανειακό όρυγμα, θα χρησιμοποιηθούν και:
• Όξινο θειώδες νάτριο (NaHS), για την μετατροπή του οξειδωμένου σε θειούχο μετάλλευμα.
Στη συνέχεια περιγράφεται αναλυτικά η δράση του κάθε αντιδραστηρίου ξεχωριστά:
Νατριούχος ισοπροπυλική ξανθάτη:
Πρόκειται για το κύριο αντιδραστήριο της επίπλευσης που απορροφούμενο επιφανειακά μετατρέπει το ορυκτό σε υδρόφοβο, σχηματίζοντας μία οργανομεταλλική ένωση στην επιφάνεια του ορυκτού.
Ο συλλέκτης που χρησιμοποιείται είναι η νατριούχος ισοπροπυλική ξανθάτη (SIPX). Παραλαμβάνεται σε βαρέλια τα οποία περιέχουν 170 kg από τα οποία το 90% είναι ενεργοί κόκκοι. Περίπου δύο φορές τη μέρα, μία παρτίδα από 6 βαρέλια του ισοπρόπυλο ξανθογονικού νατρίου ανοίγεται και τοποθετείται σε δεξαμενή μηχανικής ανάμιξης, όπου προστίθεται και ορισμένου όγκου φρέσκο νερό προκειμένου να παρασκευαστεί διάλυμα περιεκτικότητας 10% κ.β. Το διάλυμα του συλλέκτη μεταφέρεται με αντλίες από τη δεξαμενή ανάμιξης στη δεξαμενή αποθήκευσης, η οποία καλύπτει για 48 ώρες τις ανάγκες της μονάδας επίπλευσης.
Aeropromoter 5540 (ή ισοδύναμο) ως προωθητικο:
Το Aero MX-2010 (ή κάποιο εναλλακτικό θειονοκαρβαμιδικό ισοδύναμο με το AP 5540) παραλαμβάνεται σε βαρέλια των 200 L. Περίπου 5 βαρέλια ανοίγονται την ημέρα και αντλούνται σε δεξαμενή αποθήκευσης, η οποία μπορεί να καλύπτει για 54 ώρες τις ανάγκες της μονάδας. Το προωθητικό τροφοδοτείται ως έχει σε μορφή διαλύματος 100% χωρίς αραίωση.
Αφριστικά:
Τόσο η μεθυλο-ισοβούτυλο καρβινόλη όσο και το D250 παραλαμβάνονται σε βαρέλια των 200 L. Περίπου πέντε βαρέλια ανοίγονται την ημέρα και αδειάζονται σε δεξαμενή αποθήκευσης, η οποία καλύπτει τις ανάγκες της μονάδας για 58 (ΜΙΒC) και 71 (D250) ώρες. Τα αφριστικά τροφοδοτούνται ως διάλυμα 100% χωρίς αραίωση.
Όξινο θειώδες νάτριο:
Το όξινο θειώδες νάτριο (NaHS) χρησιμοποιείται ως μέσο αναγέννησης των επιφανειών μη θειούχων ορυκτών του χαλκού, όπως ο κυπρίτης (Cu2O), o αζουρίτης (2CuCO3.Cu(OH)2), η χρυσόκολλα (CuSiO3.2H2O), ο μαλαχίτης (CuCO3.Cu(OH)2), για να μπορέσουν να επιπλεύσουν με ξανθογονικούς συλλέκτες. Χρησιμοποιείται επίσης και στην επίπλευση οξειδωμένων θειούχων ορυκτών του χαλκού. Και στις δύο περιπτώσεις το όξινο θειώδες νάτριο (NaHS) δρα ως ενεργοποιητής και η κατεργασία αυτή είναι γνωστή ως «θείωση». Τα θειούχα ανιόντα αντιδρούν με τα κατιόντα του χαλκού στις επιφάνειες των ορυκτών και σχηματίζουν πέριξ των κόκκων παχέα υμένια θειούχων ενώσεων.
Ασβέστης:
Ένυδρος ασβέστης παραδίδεται με σιλοφόρα αυτοκίνητα (που μεταφέρουν 20 με 30 τόνους ωφέλιμο φορτίο) σε δύο σιλό χωρητικότητας 90 τόνων. Κάθε σιλό είναι εφοδιασμένο με ανιχνευτές χωρητικότητας (για την ένδειξη της μάζας) καθώς και μονάδες φίλτρων στην οροφή για την πρόληψη εκπομπής σκόνης κατά τη διάρκεια της εκφόρτωσης. Τα δύο σιλό μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες σε ασβέστη για 18 μέρες λειτουργίας κατά την επεξεργασία θειούχου μεταλλεύματος (ή 7 ημερών για μεταλλεύματα οξειδίων). Μέσω ταινιών ο ασβέστης μεταφέρεται σε μηχανικά αναδευόμενη κλειστή δεξαμενή χωρητικότητας 20 m3. Πριν την προσθήκη του ασβέστη στη δεξαμενή προηγείται η προσθήκη νερού. Η αναλογία ασβέστη/νερού είναι 15% κ.β.
Κροκκιδωτικό:
Για την επιτάχυνση της καθίζησης των στερεών όπως στα συμπυκνώματα και στα απόβλητα χρησιμοποιούνται πολυηλεκτρολυτικά κροκκιδωτικά.
Αντιπλημμυρική προστασία
Η εγκατάσταση του εργοστασίου των Σκουριών χωροθετείται εγκάρσια των μισγαγγειών 5 λεκανών απορροής οι οποίες αναπτύσσονται στη δυτική της πλευρά. Η συνολική έκταση των λεκανών απορροής είναι περίπου 0,975 km2. Για την αποκατάσταση της συνέχειας της ροής και την ομαλή διόδευση των παροχής κατάντη απαιτείται διευθέτηση τμήματος των ρεμάτων των παραπάνω λεκανών. Ακολούθως δίνονται τα βασικά στοιχεία σχεδιασμού της αντιπλημμυρικής προστασίας με βάση την «προμελέτη αντιπλημμυρικής προστασίας εργοστασίου Σκουριών από εξωτερικές λεκάνες απορροής στην περιοχή Σκουριών Ν.Χαλκιδικής» (ΠΡΙΣΜΑ ΑΤΕ, 2010).
Η λεκάνη L1 έχει έκταση 110 στρ, παροχετεύεται κατάντη μέσω μισγάγγειας η οποία διέρχεται από το βόρειο τμήμα της εγκατάστασης. Προβλέπεται η διευθέτηση 170μ περίπου, έτσι ώστε οι απορροές να οδηγούνται κατάντη με ασφάλεια. Προτείνεται τραπεζοειδής διατομή επενδεδυμένη με συρματοστρώματα η οποία οδεύει κατά μήκος του ποδός του πρανούς της εγκατάστασης στη βόρεια πλευρά της και συναντά τη φυσική μισγάγγεια στο πέρας των 170μ.
Η λεκάνη L2 έχει έκταση 40 στρ., απορρέει σε όλο το εύρος των ορίων της, οπότε κρίνεται απαραίτητη η πρόβλεψη καναλιού ορθογωνικής διατομής η χάραξη του οποίου ακολουθεί αυτήν της περιμετρικής οδού στη δυτική πλευρά της εγκατάστασης. Το κανάλι τοποθετείται δίπλα στο δρόμο, στο πόδι του πρανούς εκχώματος. Μεταφέρει την παροχή της λεκάνης σε μήκος 310μ περίπου, εκτός της εγκατάστασης, εκβάλλοντας σε σημείο πλησίον της τραπεζοειδούς τάφρου της λεκάνης L2. Η τάφρος αναλαμβάνει πλέον τη διόδευση της παροχής αυτής κατάντη.
Η λεκάνη L3 έχει έκταση 154 στρ μεταφέρει τις απορροές της μέσω φυσικής μισγάγγειας η οποία συναντά την εγκατάσταση στο Β∆ άκρο της. Προβλέπεται ορθογωνικό κανάλι κατά μήκος της περιμετρικής οδού στη Β∆ πλευρά της εγκατάστασης, δίπλα στο δρόμο, στο πόδι του πρανούς εκχώματος. Το κανάλι αυτό, μήκους 172μ, καταλήγει σε έργο βαθμιδωτής πτώσης (βλ. Σχέδιο 20-8) το οποίο οδεύει στο πόδι του πρανούς του επιχώματος της οδοποιίας έως το σημείο εκείνο που συναντά τον ορθογωνικό οχετό που προβλέπεται για την παροχέτευση της λεκάνης L4.
Η λεκάνη L4 έχει έκταση 575 στρ, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη επιφάνεια της υπό μελέτη περιοχής, παροχετεύεται μέσω της κύριας μισγάγγειάς της και καταλήγει σε σημείο Ν∆ της εγκατάστασης. Η ανάγκη για διοχέτευση τόσο της παροχής της λεκάνης L4 όσο και της λεκάνης L3 κατάντη, επιβάλλει την πρόβλεψη τεχνικού ορθογωνικής διατομής το οποίο διασχίζοντας εγκάρσια τον δρόμο εκβάλλει σε τραπεζοειδή τάφρο. Η τάφρος αυτή, επενδεδυμένη με συρματοστρώματα οδηγεί τα όμβρια σε κατάντη ορθογωνικό οχετό. Ο οχετός αυτός επιτρέπει την προσπέλαση φράγματος και στη συνέχεια τα όμβρια απορρέουν ελεύθερα μέχρι να συναντήσουν τον φυσικό αποδέκτη.
Τέλος, η λεκάνη L5 που έχει έκταση 95 στρ, απαιτεί διευθέτηση της μισγάγειάς της που επιτυγχάνεται με μια τραπεζοειδή διατομή σε μήκος 40 μ περίπου, ενώ στη συνέχεια η πρόβλεψη σωληνωτού αγωγού διασφαλίζει την απρόσκοπτη παροχέτευση των ομβρίων κατάντη, νότια της εγκατάστασης, στο σημείο που συναντάται πάλι η φυσική μισγάγγεια.
5.3.4. Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων
Τύποι και ποσότητες στερεών αποβλήτων
Τύποι στερεών αποβλήτων
Οι κύριοι τύποι στερεών αποβλήτων που παράγονται από την σχεδιαζόμενη ανάπτυξη και λειτουργία του μεταλλείου των Σκουριών και τις συναφείς εγκαταστάσεις εμπλουτισμού περιλαμβάνουν:
• Απόβλητα εξόρυξης, τα οποία είναι τα άγονα υλικά που παράγονται από τις εργασίες προσπέλασης και ανάπτυξης του κοιτάσματος.
• Απόβλητα εμπλουτισμού, τα οποία είναι τα στερεά απόβλητα που παράγονται από την κατεργασία του μεταλλεύματος για την ανάκτηση του περιεχόμενου συμπυκνώματος χαλκού και χρυσού.
• Ιλύ, από τη διαύγαση των νερών του μεταλλείου.
Ποσότητες στερεών αποβλήτων
Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
• Οι πρακτικές διαχείρισης που έχουν υιοθετηθεί αποσκοπούν στη μέγιστη δυνατή οικονομική και περιβαλλοντική αξιοποίηση των μεταλλευτικών στερεών αποβλήτων.
• Για την ελαχιστοποίηση της επιφάνειας κατάληψης του συνολικού έργου, το βάθος του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος του ανώτερου ορίζοντα του κοιτάσματος καθορίστηκε με γνώμονα την ισοστάθμιση:
- των αποβλήτων εξόρυξης που παράγονται με τα υλικά που απαιτούνται για την κατασκευή των φραγμάτων των εγκατάστασεων απόθεσης και την αποκατάσταση της τελικής επιφάνειας των εγκατάστασεων απόθεσης και του επιφανειακού ορύγματος,
- των αποβλήτων που παράγονται από την κατεργασία του μεταλλεύματος του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος με την χωρητικότητα των εγκατάστασεων απόθεσης που δημιουργούνται και
- των αποβλήτων που παράγονται από την κατεργασία του μεταλλεύματος της υπόγειας εκμετάλλευσης με την αθροιστική χωρητικότητα των κενών του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος και της υπόγειας εκμετάλλευσης.
Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η δημιουργία (1) ξεχωριστού χώρου απόθεσης αποβλήτων εξόρυξης, (2) πρόσθετου δανειοθαλάμου στην περιοχή για υλικό κατασκευής φραγμάτων και (3) μεγαλύτερου χώρου απόθεσης, η οποία λόγω της μορφολογίας της περιοχής, θα οδηγούσε σε κατάληψη της λεκάνης του κυρίως ρέματος της περιοχής.
• Από τα απόβλητα εξόρυξης της εκμετάλλευσης, επιφανειακής διαχείρισης χρήζουν αυτά που προέρχονται από το ενοποιημένο όρυγμα, δηλαδή τα άγονα υλικά που παράγονται από τη διαμόρφωση των απαιτούμενων μετώπων / βαθμίδων εξόρυξης με πρανή ασφαλούς κλίσεως.
• Το ειδικό βάρος των αποβλήτων εξόρυξης in situ είναι 2,7 t/m3, εξορυγμένο και συμπιεσμένο 2,5 t/m3 (περίπτωση κατασκευής φραγμάτων των εγκατάστασεων απόθεσης αποβλήτων) ενώ σε ελεύθερη απόθεση 2,1 t/m3 (περίπτωση αποκατάστασης τελικής επιφάνειας εγκατάστασεων απόθεσης και ορύγματος).
• Τα μεταλλευτικά υλικά που θα παραχθούν από την κατασκευή των έργων προσπέλασης της υπόγειας εκμετάλλευσης, λόγω της ποιότητάς τους δεν συνιστούν απόβλητα εξόρυξης, δεδομένου ότι χαρακτηρίζονται από επαρκείς περιεκτικότητες σε Cu και Au για να ταξινομηθούν ως μετάλλευμα χαμηλής ποιότητας (συνολική ποσότητα περί τους 750 kt).
• Η συνολική ποσότητα του εκμεταλλεύσιμου κοιτάσματος ανέρχεται με βάση τα σημερινά βεβαιωμένα αποθέματα σε 146,2 Mt. Από αυτά, τα 79,3Μt θα εξορυχθούν με αμιγώς υπόγεια εκμετάλλευση ενώ τα υπόλοιπα θα προέλθουν από τη διαμόρφωση του ενοποιημένου ορύγματος.
• Τα εμπορεύσιμα υλικά, δηλαδή το συμπύκνωμα χαλκού και χρυσού, αποτελούν κατά μέσο όρο το 1,97% της τροφοδοσίας του εργοστασίου εμπλουτισμού σε μετάλλευμα, ενώ το υπόλοιπο 98,03% είναι τα απόβλητα του εμπλουτισμού.
• Από τα απόβλητα εμπλουτισμού, αυτά που αποτίθενται στους επιφανειακούς χώρους απόθεσης είναι αυτά που προέρχονται από την κατεργασία του μεταλλεύματος του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος.
• Τα απόβλητα του εμπλουτισμού αποτίθενται υπό σχεδόν ξηρή μορφή (πάστα με υγρασία ≈ 28%). Με την εν λόγω μέθοδο αυξάνεται σημαντικά το φαινόμενο ειδικό βάρος των προς απόθεση στερεών, το οποίο υπολογίζεται σε 1,5 t/m3.
• Τα απόβλητα που παράγονται από την κατεργασία του μεταλλεύματος της υπόγειας εκμετάλλευσης ισοσταθμίζονται με (α) την ποσότητα που απαιτείται να επιστρέψει στα υπόγεια ως συστατικό του υλικού λιθογόμωσης μετά από ανάμειξη με τσιμέντο και (β) την ποσότητα που απαιτείται για την επαναπλήρωση του κενού του ενοποιημένου ορύγματος, το οποίο είναι πλέον πλήρως διαμορφωμένο, προκειμένου η μορφολογία του εδάφους να επανέλθει στην πρότερη κατάστασή της.
• Η λιθογόμωση των υπογείων κενών γίνεται με απόβλητο εμπλουτισμού στο οποίο προστίθεται 5% τσιμέντο με ποσοστό πλήρωσης 90%. Το ειδικό βάρος του υλικού λιθογόμωσης είναι 1,3 t/m3.
• Η ιλύς που θα συλλέγεται στις δεξαμενές διαύγασης των νερών μεταλλείου, θα τροφοδοτείται στο κύκλωμα επίπλευσης, και ως εκ τούτου δεν αποτελεί στερεό απόβλητο προς διάθεση.
Eκτιμάται ότι μέχρι την εξάντληση των βεβαιωμένων μεταλλευτικών αποθεμάτων ύψους 146 Mt, από την εξόρυξη του μεταλλεύματος παράγονται 36 Mt αποβλήτων εξόρυξης, τα οποία αξιοποιούνται στο σύνολό τους τόσο για την κατασκευή των φραγμάτων των δύο νέων εγκατάστασεων απόθεσης όσο και για την επακόλουθη αποκατάσταση της τελικής επιφάνειας των εγκατάστασεων και του ενοποιημένου ορύγματος.Από την κατεργασία του μεταλλεύματος στο εργοστάσιο κατεργασίας παράγονται συνολικά 143 Mt (ισοδύναμα 96 Μm3) αποβλήτου εκ των οποίων προς απόθεση οδηγούνται 65 Mt (ισοδύναμα 44Μm3) και προέρχονται στο σύνολό τους από την κατεργασία του μεταλλεύματος που προέρχεται από το ενοποιημένο όρυγμα.
Οι υπόλοιποι 78 Mt (ισοδύναμα 52 hm3) επαναφέρονται στα κενά της εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα:
• 22 Mt (ισοδύναμα 16 hm3), μετά από προσθήκη 5% τσιμέντου, αξιοποιούνται για τη λιθογόμωση των κενών της υπόγειας εκμετάλλευσης.
• 56 Mt (ισοδύναμα 36 hm3) για την επαναπλήρωση του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος.
• 1 Mt ιλύος από τη διαύγαση των νερών των μεταλλείων ανακυκλώνονται ως τροφοδοσία στο κύκλωμα εμπλουτισμού.
Η εκτιμώμενη διαχρονική παραγωγή μεταλλευτικών προιόντων και αποβλήτων από την αξιοποίηση των σημερινών βεβαιωμένων μεταλλευτικών αποθεμάτων του κοιτάσματος των Σκουριών αναλύεται στον Πίνακα 5.3.4-1. Επιπλέον, στον Πίνακα 5.3.4-2 δίνονται οι ειδικές παραγωγές των στερεών αποβλήτων ανά τόνο μεταλλεύματος που κατεργάζεται, οι συνολικές ποσότητες που θα παραχθούν σε όλη τη διάρκεια λειτουργίας του έργου, ο τρόπος διαχείρισής τους και ο αντίστοιχος χώρος απόθεσής τους.
Εγκαταστάσεις απόθεσης αποβλήτων εμπλουτισμού
Γενική περιγραφή:
Τα απόβλητα που παράγονται από την επεξεργασία του μεταλλεύματος που εξορύσσεται από το ενοποιημένο επιφανειακό όρυγμα των Σκουριών αποτίθενται σε δύο χώρους απόθεσης, οι οποίοι κατασκευάζονται στις θέσεις των παρακείμενων μεταξύ τους ρεμάτων Καρατζά Λάκκος και Λοτσάνικο, σε άμεση γειτονία με το μεταλλείο και το εργοστάσιο. Για την κατασκευή των φραγμάτων αξιοποιείται το σύνολο των αποβλήτων εξόρυξης που θα προκύψουν από το ενοποιημένο όρυγμα.
Παράμετροι σχεδιασμου:
Η απόθεση γίνεται σε δύο ξεχωριστούς παρακείμενους χώρους απόθεσης που κατασκευάζονται στα ρέματα Καρατζά Λάκκος και Λοτσάνικο, και διαδοχικά, ο ένας μετά τον άλλον, προκειμένου να μην υπάρχει ταυτόχρονη αθροιστική λειτουργία, αλλά αντίθετα, όταν εξαντληθεί η χωρητικότητα του πρώτου, αυτός να αποκαθίσταται και να ξεκινάει η λειτουργία του δεύτερου. Τα φράγματα των εγκατάστασεων απόθεσης κατασκευάζονται εκτός της οριοθετημένης κοίτης του κεντρικού ρέματος Καρόλακκα. Οι δύο χώροι αφορούν την απόθεση αποβλήτων εξόρυξης και εμπλουτισμού που θα προκύψουν από την διαμόρφωση του ενοποιημένου επιφανειακού ορύγματος.
Τα απόβλητα του εμπλουτισμού θα αποτεθούν υπό σχεδόν ξηρή μορφή (πάστα πυκνότητας 72% κ.β. στερεά) με σκοπό την μείωση των αποθηκευτικών απαιτήσεων (λόγω ελαχιστοποίησης των αποθηκευτικών αναγκών του περιεχόμενου νερού και ταυτόχρονα της δυνατότητας επίτευξης μεγαλύτερων τελικών κλίσεων απόθεσης) και την εξάλειψη διήθησης νερού προς το υπόβαθρο της περιοχής απόθεσης
Λόγω των γεωχημικών και γεωτεχνικών χαρακτηριστικών των αποβλήτων, δεν απαιτείται στεγανοποίηση των εγκατάστασεων απόθεσης ούτε εφαρμογή φραγμού στις πρώτες στρώσεις των αποθέσεων.
Για την αποτελεσματική διαχείριση των επιφανειακών νερών αλλά και την υδραυλική προστασία των εγκατάστασεων απόθεσης, ακόμα και σε πλημμυρικές καταστάσεις, ο σχεδιασμός του έργου προβλέπει περιμετρικά κανάλια γύρω από τις λεκάνες απόθεσης για την εκτροπή των επιφανειακών νερών των λεκανών ανάντη των εγκατάστασεων απόθεσης και απόδοσή τους στο ρέμα Καρόλακκας, κατάντη των εγκατάστασεων απόθεσης.
Για λόγους περιβαλλοντικής προστασίας της περιοχής, η διαχείριση των όποιων νερών συγκεντρώνονται στην επιφάνεια των εγκατάστασεων απόθεσης γίνεται εσωτερικά των εγκαταστάσεων απόθεσης και ανακυκλώνεται στο εργοστάσιο εμπλουτισμού για την κάλυψη των αναγκών του σε νερό κατεργασίας.
Χωροθέτηση:
Οι εγκαταστάσεις απόθεσης αποβλήτων εμπλουτισμού χωροθετούνται στα ρέματα Καρατζά Λάκκος και Λοτσάνικο, δύο γειτονικούς κλάδους του κυρίως ρέματος του Τσαρκιά Λάκκου, ο οποίος και αποτελεί το ανάντη τμήμα του κύριου υδατορρεύματος της λεκάνης Ασπρόλακκα - Καρόλακκα. Βρίσκονται δε στην άμεση γειτονία του μεταλλείου και των εγκαταστάσεων του εργοστασίου κατεργασίας του μεταλλεύματος και συγκεκριμένα ~3 km ΒΑ του μεταλλείου και ~1,5 km νότια του εργοστασίου εμπλουτισμού.
Σεισμοτεκτονικά στοιχεία:
Η ευρύτερη περιοχή τοποθετείται μεταξύ τριών σημαντικών νεοτεκτονικών δομών, το σεισμικά ενεργό ρήγμα Στρατωνίου προς τα βορειοανατολικά σε απόσταση περί τα 7,5km. από τις θέσεις των δύο φραγμάτων, το ενεργό ρήγμα Γοματίου προς τα νοτιοδυτικά, σε απόσταση περί τα 7km από το μεταλλείο Σκουριών και το πιθανά ενεργό ρήγμα Παλαιοχωρίου προς τα βορειοδυτικά σε απόσταση περί τα 7km. Πέραν των ανωτέρω κύριων ρηγμάτων, στην άμεση περιοχή του έργου έχουν εντοπιστεί και χαρτογραφηθεί και άλλα μικρότερης σημαντικότητας ρήγματα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Αντισεισμικού Κανονισμού (Ε.Α.Κ.- 2000 του Ο.Α.Σ.Π.) η περιοχή μελέτης κατατάσσεται στη Ζώνη ΙΙ Σεισμικής Επικινδυνότητας με οριζόντια «ενεργή» σεισμική επιτάχυνση εδάφους Αh=αg, όπου α=0,24.
Για τις ανάγκες του έργου, εκπονήθηκε Ειδική Σεισμοτεκτονική Μελέτη, σύμφωνα με την οποία ο σεισμός με περίοδο επαναφοράς 475 έτη, έχει μέγεθος Μ=6,8 και μέγιστη σεισμική επιτάχυνση PGA ίση με 0,47g. Ο Μέγιστος Αναμενόμενος Σεισμός που δύναται να προκληθεί από ενεργοποίηση του ρήγματος του Στρατωνίου έχει μέγεθος 7,3 και η μέγιστη εδαφική επιτάχυνση PGA στην περιοχή μελέτης είναι ίση με 0,56g. Τέλος, εκπονήθηκε επιπρόσθετη διερεύνηση για το Μέγιστο Αναμενόμενο Σεισμό, σύμφωνα με την οποία αυτός εκτιμήθηκε με μέγεθος Μ=7,5 και ονομαστική πιθανότητα υπέρβασης 1/10000, ενώ η μέγιστη εδαφική επιτάχυνση για το συγκεκριμένο μέγεθος σεισμού και για την περιοχή των εγκατάστασεων απόθεσης του μεταλλείου Σκουριών, βρέθηκε ίση με PGA=0,85g, αυξημένη δηλαδή κατά 50% συγκριτικά με την αντίστοιχη της Ειδικής Σεισμοτεκτονικής Μελέτης.
Υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά:
Οι κύριοι υδροφορείς που διακρίνονται στην περιοχή είναι (1) ο επιφανειακός υδροφορέας που αναπτύσσεται στο μανδύα αποσάθρωσης και στην αποσαθρωμένη και διερρηγμένη ζώνη των σχιστολίθων και παρουσιάζει χαρακτηριστικά επικρεμάμενου υδροφόρου ορίζοντα και (2) ο βαθύς υδροφορέας που αναπτύσσεται στα υγιή διερρηγμένα πετρώματα της περιοχής, που αποτελούν το κυρίως βραχώδες υπόβαθρο.
Εργασίες προετοιμασίας της επιφάνειας:
Η επιφάνεια έδρασης των φραγμάτων θα προετοιμαστεί καταλλήλως πριν από οποιαδήποτε εργασία κατασκευής. Η προετοιμασία θα περιλαμβάνει κόψιμο δένδρων και απομάκρυνση θάμνων, αφαίρεση και αποθήκευση φυτικής γης (σε πάχος περίπου 0,5m), χωματουργικές εργασίες για την απομάκρυνση όλων των ακατάλληλων μαλακών και ασθενών εδαφικών υλικών του μανδύα αποσάθρωσης (σε εκτιμώμενο βάθος 2 m) και την τοπική εξομάλυνση των απότομων πρανών στα αντερείσματα. Εφόσον απαιτείται, θα κατασκευαστούν επίσης αναβαθμοί αγκύρωσης των φραγμάτων.
Σχεδιασμός των εγκατάστασεων απόθεσης αποβλήτων εμπλουτισμου:
Ο σχεδιασμός των φραγμάτων προβλέπει ελεύθερο ύψος μεταξύ της στέψης και της ανώτερης στάθμης απόθεσης των αποβλήτων εμπλουτισμού στην τελική κατάσταση (freeboard) ίσο με 5m. Σε όλες τις ενδιάμεσες ανυψώσεις των φραγμάτων, το ελεύθερο ύψος θα είναι πάντα της τάξης των 10m. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η αποθήκευση επιφανειακών απορροών εντός της εγκατάστασης απόθεσης, ενώ μειώνεται κατά πολύ ο κίνδυνος υπερπήδησης (overtopping) της στέψης των φραγμάτων, στη δυσμενή περίπτωση εισροής στη λεκάνη μεγάλων πλημμυρικών παροχών.
Και τα δύο φράγματα, Καρατζά Λάκκου και Λοτσάνικου, διαμορφώνονται με απόλυτο υψόμετρο στέψης +415m στην τελική κατάσταση. Η ανάντη παρειά των φραγμάτων κατασκευάζεται με βαθμίδες κλίσης 1:2,25 (Κ:Ο) ύψους 15m και ενδιάμεσους αναβαθμούς πλάτους 5m. Η κατάντη παρειά των φραγμάτων σχεδιάζεται με βαθμίδες κλίσης 1:2 (Κ:Ο) ύψους 20m και ενδιάμεσους αναβαθμούς πλάτους 10m. Η μέση κλίση των ανάντη και κατάντη παρειών είναι περίπου 1:2,5 (Κ:Ο). Το πλάτος της στέψης των φραγμάτων στην τελική κατάσταση είναι 15m. Τέλος, και τα δύο φράγματα κατασκευάζονται σε δύο στάδια.
ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΚΟΥΡΙΩΝ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΚΟΥΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ (ΣΤΑΔΙΟ 1)
ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΣΚΟΥΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ (ΣΤΑΔΙΟ 2)
Τυπική διατομή φραγμάτων & γενικά χαρακτηριστικά σχεδιασμού:
Τα κύρια χαρακτηριστικά των φραγμάτων Καρατζά Λάκκου και Λοτσάνικου, παρουσιάζονται ακολούθως:
• Και τα δύο φράγματα θα κατασκευαστούν με τη μέθοδο προώθησης προς τα κατάντη (downstream method).
• Η θεμελίωση των φραγμάτων θα πραγματοποιηθεί επί του φυσικού εδάφους.
• Και τα δύο φράγματα θα κατασκευαστούν κυρίως με τα απόβλητα εξόρυξης που θα προκύψουν από το ενοποιημένο επιφανειακό όρυγμα. Συγκεκριμένες ζώνες των φραγμάτων, όπως οι ζώνες αποστράγγισης, θα συνίστανται από επίλεκτα συγκεκριμένα υλικά.
• Για την αποφυγή τυχόν διηθήσεων μέσω του σώματος των φραγμάτων, στην ανάντη
παρειά τους θα τοποθετηθεί γεωμεμβράνη HDPE πάχους 2mm και γεωύφασμα
βαρέως τύπου.
• Στην ανάντη παρειά των φραγμάτων, θα κατασκευαστεί ζώνη κοκκώδους υλικού (αμμοχάλικου) η οποία θα υπόκειται του γεωυφάσματος και η οποία θα δρα ως μακροχρόνια αποστραγγιστική στρώση των ανάντη παρειών.
• Κάτω από τη ζώνη αποστράγγισης των ανάντη παρειών, θα τοποθετηθεί ζώνη
ελάχιστου οριζοντίου πάχους 10m, η οποία θα αποτελείται από καλά διαβαθμισμένο αποσαθρωμένο απόβλητο εξόρυξης με μέγιστο μέγεθος κόκκου 20cm.
• Στη βάση θεμελίωσης των φραγμάτων θα τοποθετηθεί αποστραγγιστική ζώνη με κατακόρυφο πάχος 2m.
• Στην κατάντη παρειά των φραγμάτων και πλησίον του πόδα, θα κατασκευαστεί αποστραγγιστική στρώση με γεωμετρία μικρού επιχώματος (κατάντη αποστραγγιστικό «ποδαρικό»), η οποία θα δρα ως εσωτερικό στραγγιστήριο.
• Στην ανάντη παρειά των φραγμάτων και πλησίον του πόδα, θα κατασκευαστεί αποστραγγιστική στρώση με γεωμετρία μικρού επιχώματος (ανάντη αποστραγγιστικό «ποδαρικό»), μέσω της οποίας θα συνδέεται η στρώση αποστράγγισης των ανάντη παρειών με την αποστραγγιστική στρώση βάσης.
• Στην ανατολική πλευρά των εγκαταστάσεων απόθεσης (δηλαδή στην πλευρά που προσεγγίζει τα φράγματα), η απόθεση των αποβλήτων εμπλουτισμού θα πραγματοποιηθεί με οριζόντια επιφάνεια (μηδενική κλίση) ούτως ώστε να δημιουργηθεί χώρος αποθήκευσης νερού πάνω από την επιφάνεια των αποβλήτων, ακριβώς ανάντη των φραγμάτων.
• Οι απορροές που θα συλλέγονται από τη ζώνη αποστράγγισης στη βάση των φραγμάτων θα οδηγούνται μέσω καναλιών συλλογής σε λεκάνη συλλογής απορροών.
• Πλησίον της στέψης κάθε φράγματος, περιλαμβανομένων των στέψεων των ενδιάμεσων σταδίων, προβλέπεται η κατασκευή υπερχειλιστών στα αντερείσματα των φραγμάτων.
• Η τελική επιφάνεια των αποβλήτων θα διαμορφωθεί στα τελευταία στάδια της απόθεσης σε κάθε λεκάνη με απόθεση κατάλληλων στρώσεων κατακόρυφου πάχους 0,3m. Εν συνεχεία θα πραγματοποιηθεί φυτοτεχνική αποκατάσταση της τελικής επιφάνειας ούτως ώστε οι λεκάνες απόθεσης να αποδοθούν σταδιακά στο περιβάλλον.
• Πριν την έναρξη κατασκευής του σώματος των δύο φραγμάτων θα κατασκευαστεί εγκιβωτισμένος σε σκυρόδεμα τσιμεντοσωλήνας Ø1000 ο οποίος εξυπηρετεί την εκτροπή των παροχών (σχεδιασμένος για περίοδο επαναφοράς πλημμυρικού γεγονότος 1:1000) κατά την αρχική φάση κατασκευής των φραγμάτων και την ενδεχόμενη εκκένωση στη συνέχεια της κατασκευής κατά την αρχική απόθεση των αποβλήτων εμπλουτισμού.
• Για την παροχέτευση των νερών της μέγιστης πιθανής πλημμύρας θα κατασκευαστούν κανάλια υπερχείλισης ορθογωνικής διατομής, τόσο στην τελική κατάσταση όσο και στην ενδιάμεση ανύψωση των φραγμάτων.
Έργα περιμετρικής υδραυλικής προστασίας:
Για την αντιπλημμυρική προστασία των δύο εγκατάστασεων απόθεσης αλλά και για την κατά το δυνατό μικρότερη μεταβολή της απορροής στα κατάντη των φραγμάτων ρέματα, κατασκευάζονται περιμετρικές τάφροι αντιπλημμυρικής προστασίας, οι οποίες συλλέγουν τα επιφανειακά νερά ανάντη των εγκαταστάσεων απόθεσης και τα αποδίδουν στα κατάντη των φραγμάτων, στο κύριο ρέμα της περιοχής. Προβλέπονται τρεις περιμετρικές τάφροι, ορθογωνικής ή τραπεζοειδούς διατομής, επενδεδυμένες με σκυρόδεμα οπλισμένο με δομικό πλέγμα.
5.3.5. Βοηθητικές Εγκαταστάσεις
Γεωτρήσεις προαποστράγγισης μεταλλείου Σκουριών
Η λειτουργία του μεταλλείου στην περιοχή των Σκουριών προυποθέτει την άντληση υπογείων υδάτων για τον καταβιβασμό της στάθμης. Οι αντλούμενες ποσότητες, στην περίοδο λειτουργίας του εργοστασίου εμπλουτισμού, θα χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες του. Για την κάλυψη των αντλητικών αναγκών θα απαιτηθεί η κατασκευή 9 γεωτρήσεων περιμετρικά του πορφυρικού σώματος του κοιτάσματος.
Τα αναγκαία βάθη των γεωτρήσεων ποικίλουν από 630 έως 790 m. ∆εδομένου ότι τα βάθη αυτά είναι σημαντικά για τις παραγωγικές αποστραγγιστικές γεωτρήσεις, θα δοθεί έμφαση στην διατήρηση της ευθυγραμμίας και στην σωστή κατασκευή και σωλήνωση της γεώτρησης.
5.3.6. Ισοζύγιο εξορυσσόμενων υλικών – στερεών αποβλήτων
Στο διάγραμμα του Σχήματος 5.3.6-1 δίνεται το ισοζύγιο μάζας ανά τόννο εξορυσσόμενου μεταλλεύματος ενώ στον Πίνακα 5.3.6-1 δίνονται οι συνολικές ποσότητες των υλικών που θα εξορυχθούν και κατεργαστούν και οι αντίστοιχες ποσότητες στερεών αποβλήτων που θα παραχθούν σε όλη τη διάρκεια λειτουργίας του έργου Σκουριών μέχρι της εξάντλησης των σημερινών βεβαιωμένων αποθεμάτων του.
5.3.7. Ισοζύγιο Νερών Έργου Σκουριών
5.3.7.1. Εισαγωγή
Βασικό στοιχείο στον σχεδιασμό του υποέργου των Σκουριών αποτελεί η ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων της περί την εκμετάλλευση περιοχής. Συγκεκριμένα, η διαχείριση των νερών σχεδιάστηκε με γνώμονα τη διασφάλιση αφενός της τεχνικά ασφαλούς λειτουργίας του έργου και αφετέρου της προστασίας των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών των επιφανειακών και υπόγειων υδάτινων σωμάτων.
Στόχοι της διαχείρισης νερών στο μεταλλείο Σκουριών είναι:
1. η ελαχιστοποίηση των χρησιμοποιούμενων νερών
2. η ελαχιστοποίηση των παραγόμενων υγρών αποβλήτων
3. η ελαχιστοποίηση της διάθεσης υγρών αποβλήτων
4. η βέλτιστη περιβαλλοντικά αξιοποίηση των υδατικών πόρων
5.3.7.2. Προσφορά νερού
Στο πλαίσιο που τέθηκε παραπάνω αξιολογήθηκαν κατ ́ αρχήν όλες οι αλληλεπιδράσεις των μεταλλευτικών εγκαταστάσεων Σκουριών με τα νερά της περιοχής. Για την περιβαλλοντικά και τεχνικά ασφαλή λειτουργία του μεταλλείου απαιτούνται τα ακόλουθα:
1. Διάνοιξη γεωτρήσεων στην ευρύτερη περίμετρο του μεταλλείου, από την περίοδο προπαρασκευής του έργου, για την ελεγχόμενη προαποστράγγιση των πετρωμάτων.
2. Συλλογή των ομβρίων υδάτων που δεν αποστραγγίζονται περιμετρικά των χώρων, αλλά πέφτουν είτε εντός της επιφάνειας απόθεσης, είτε μεταξύ αυτής και του περιμετρικού συστήματος αποστράγγισης, στις εγκαταστάσεις απόθεσης Καρατζά Λάκκου, Λοτσάνικου και ορύγματος.
3. Συλλογή των ομβρίων υδάτων που έρχονται σε επαφή με τις επιφάνειες κατάληψης του εργοστασίου εμπλουτισμού και των λοιπών βοηθητικών εγκαταστάσεων.
Όσον αφορά την άντληση νερών για τον καταβιβασμό της στάθμης, η αναγκαία παροχή εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει κατά μέγιστο τα 480 m3/h. Η παροχή αυτή έχει προκύψει μετά από μελέτη και κατάστρωση μοντέλου υπογείων νερών για την περιοχή, το οποίο προσομοιώνει την υφιστάμενη, αλλά και την μελλοντική κατάσταση αντλήσεων (Παράρτημα ΧΙ.3). Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος υπολογισμός αποτελεί εκτίμηση με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα καταβιβασμού στάθμης και την εμπειρία από την απόκριση του υδροφορέα στην διάνοιξη της υφιστάμενης ερευνητικής στοάς της TVX Hellas ΑΕ. Υπάρχει σημαντικό ενδεχόμενο κατά την ταπείνωση της στάθμης η πιεζομετρική επιφάνεια να συναντήσει υδραυλικά όρια (π.χ. ρήγματα χαμηλής περατότητας) και να μην αυξηθούν από το σημείο αυτό και κάτω οι εισροές νερού στον δημιουργούμενο κώνο. Σε μια τέτοια περίπτωση αναμένεται η τελική παροχή άντλησης να είναι μικρότερη. Η προαναφερόμενη μελέτη αναφέρει σαν αναμενόμενη παροχή τα 215 m3/h από το 2ο έως το 11ο έτος λειτουργίας του μεταλλείου (εκμετάλλευση στο ενοποιημένο όρυγμα). Εν συνεχεία η άντληση θα αυξηθεί στα 480 m3/h που θα είναι και η δυσμενέστερη περίπτωση άντλησης.
5.3.7.3. Ζήτηση νερού
Από πλευράς αναγκών της παραγωγής, οι απαιτούμενες ποσότητες διακρίνονται σε:
1. Βιομηχανικό νερό μεταλλείου
2. Βιομηχανικό νερό εργοστασίου εμπλουτισμού
Α. Βιομηχανικό νερό μεταλλείου:
Βιομηχανικό νερό στο μεταλλείο στη φάση της μέγιστης εξόρυξης μεταλλεύματος χρησιμοποιείται μόνο στην υγρή διάτρηση. Οι ανάγκες του μεταλλείου σε βιομηχανικό νερό υγρής διάτρησης καλύπτονται από τα νερά που συγκεντρώνονται στους δύο ταμιευτήρες έκτακτης ανάγκης. Ο υπολογισμός της μέσης ημερήσιας κατανάλωσης στη φάση λειτουργίας του μεταλλείου στηρίχθηκε στα ακόλουθα δεδομένα:
• Μέση ετήσια παραγωγή μετ/τος R.O.M. 8.000.000 t
• Πραγματικός χρόνος λειτουργίας εγκαταστάσεων, λαμβανομένων υπόψη 7 ημερών λειτουργίας + 10 αργίες + 2,8% καθυστερήσεις = 95%
Με βάση τις προαναφερόμενες παραδοχές, οι ανάγκες σε βιομηχανικό νερό υγρής διάτρησης υπολογίζονται λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τις ημέρες λειτουργίας διανοίγονται κατά μέσο όρο 35 διατρήματα, βάθους 10 m το καθένα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατανάλωση νερού ανά μέτρο διάτρησης ανέρχεται σε περίπου 0,3 m3, η μέση ημερήσια κατανάλωση τις μέρες λειτουργίας είναι 35x10x0,3 = 105 m3/d ±10%. Επομένως, η μέση ετήσια και η μέση ωριαία κατανάλωση υπολογίζεται σε 105x365x95% ≈ 36.000 m3/y και 105/(24*95%) ≈ 5 m3/h.
Ωστόσο, επειδή το νερό που χρησιμοποιείται στη διάτρηση, μετά τη χρήση του, επιστρέφει στο μεταλλείο, το οποίο με τη σειρά του επιστρέφει στους ταμιευτήρες έκτακτης ανάγκης, δεν θεωρείται εκροή του συνολικού ισοζυγίου, οπότε η απαίτηση θεωρείται μηδενική.
Β. Βιομηχανικό νερό εργοστασίου εμπλουτισμού:
Οι ανάγκες του εργοστασίου εμπλουτισμού σε βιομηχανικό νερό καλύπτονται κατά κύριο λόγο από ανακύκλωση του νερού κατεργασίας, οι δε απώλειες (π.χ. λόγω της υγρασίας των προιόντων και των αποβλήτων) θα πρέπει να καλυφθούν από τις διαθέσιμες ποσότητες. Σημειώνεται πως η σημαντικότερη εκροή νερού από την μονάδα εμπλουτισμού είναι το νερό που εξατμίζεται ή/και παρακρατείται από τα απόβλητα εμπλουτισμού και το συμπύκνωμα και ανέρχεται σε 263 m3/h περίπου, και από το οποίο ανάλογα με το σενάριο (βλ.παραπάνω) ανακτώνται στις εγκαταστάσεις απόθεσης 145 m3/h (αρχική φάση λειτουργίας) έως 73 m3/h (τελική φάση). Με δεδομένο ότι:
1. Η υγρασία του μεταλλεύματος στην τροφοδοσία της μονάδας παρέχει 30 m
2. Η υγρασία του αποβλήτου του εμπλουτισμού που καταλήγει στις εγκαταστάσεις απόθεσης είναι 261 m3/h στην αρχική φάση και 188 m3/h στην τελική φάση λειτουργίας.
3. Η υγρασία των αποβλήτων του εμπλουτισμού που πηγαίνουν στη λιθογόμωση θεωρείται απώλεια κατά 100%, ήτοι: 73 m3/h.
Αναμένεται οι απαιτήσεις του εργοστασίου σε νερό να ανέρχονται σε περίπου 223 m3/h.
5.3.9. Απόβλητα – συστήματα επεξεργασίας
5.3.9.1. Αέρια Απόβλητα
Πιθανές πηγές επιβάρυνσης της ποιότητας του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος στην περιοχής των Σκουριών είναι οι εξής:
5.3.10.2. Δονήσεις
Για τον υπολογισμό των αναμενόμενων επιπέδων δόνησης στην περιοχή του οικισμού Μεγάλη Παναγιά που είναι και ο κοντινότερος στο έργο γίνονται οι εξής παραδοχές:
• Η πλησιέστερα ευρισκόμενη κοινότητα προς το ενοποιημένο όρυγμα είναι αυτή της Μεγάλης Παναγιάς. Η ελάχιστη απ’ ευθείας απόσταση από το όριο του ενοποιημένου ορύγματος μέχρι τις πρώτες κατοικίες προς την ΒΑ πλευρά της κοινότητας είναι περίπου 3.000 μέτρα.
• Καθορίζοντας ότι κάθε διάτρημα της ανατίναξης θα πυροδοτείται σε ξεχωριστό χρόνο, η μέγιστη ποσότητα εκρηκτικών η οποία εκρήγνυται ταυτόχρονα είναι για την δυσμενή περίπτωση των ισχυρών ανατινάξεων 157 κιλά εκρηκτικής ύλης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7.
ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ
7.2. Κλιματολογικά και βιοκλιματικά χαρακτηριστικα
Στις παραγράφους που ακολουθούν περιγράφονται οι επιπτώσεις του Έργου στα κλιματολογικά και βιοκλιματικά χαρακτηριστικά ανά υποέργο και φάση εξέλιξης. Οι δυνητικές επιπτώσεις από την ανάπτυξη, λειτουργία και αποκατάσταση του έργου σχετίζονται με τη μεταβολή παραμέτρων, όπως είναι:
- η εξατμισοδιαπνοή
- η εξάτμιση
- η κατεύθυνση του ανέμου
- η υγρασία και
- η θερμοκρασία
7.2.3. Περιοχή Σκουριών
Φάσεις ανάπτυξης, λειτουργίας Α, Β,Γ και αποκατάστασης
Όπως αναφέρεται σε επόμενη παράγραφο (βλ. § 7.5.1.4), για την κατασκευή των κύριων νέων εγκαταστάσεων στην περιοχή των Σκουριών, θα αποψιλωθούν 1.695,3 στρ. γης, με τα 1.449,5 στρ. από αυτά να βρίσκονται σε δάση οξιάς και τα 245,6 στρ. από αυτά να βρίσκονται σε διαπλάσεις δρυός. Η συνολική έκταση αποψίλωσης, αποτελεί ένα ποσοστό της τάξης του 52,3 % της συνολικής έκτασης κατάληψης του υπό μελέτη έργου στην ευρύτερη περιοχή μελέτης. Επιπλέον, τα συνοδά έργα των εγκαταστάσεων αυτών (οδοποιίες και αποθεσιοθάλαμοι εδαφικού υλικού) θα καταλάβουν έκταση 791,2 στρ. με τα 551,8 στρ. που θα αποψιλωθούν να είναι δάση οξιάς, τα 98 στρ. να αποτελούνται από δρυοδάση και τα 141,6 στρ. να βρίσκονται σε διαπλάσεις αείφυλλων πλατύφυλλων. Η κατάληψη της έκτασης των συνοδών έργων αποτελεί το 24,4% της συνολικής έκτασης κατάληψης του έργου στην ευρύτερη περιοχή μελέτης. Όπως έχει προαναφερθεί η απομάκρυνση της βλάστησης μειώνει τη διαπνοή από τα φυτά, με πιθανό αποτέλεσμα την ελαφρά μείωση της υγρασίας στην ατμόσφαιρα τοπικά.
7.3. Μορφολογία εδάφους και οπτική όχληση
7.3.1. Μορφολογικά χαρακτηριστικά περιοχής έργου
Όπως είναι γνωστό, οι επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει η υλοποίηση ενός έργου εκμετάλλευσης ορυκτών πόρων στην μορφολογία του εδάφους και το τοπίο της ευρύτερης περιοχής του έργου, ποικίλουν ανάλογα με το είδος, το μέγεθος και τη θέση της δραστηριότητας. Στις παραγράφους που ακολουθούν περιγράφονται οι επιπτώσεις του Έργου στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής ανά περιοχή (Στρατώνι, Ολυμπιάδα, Σκουριές) και φάση εξέλιξης.
7.3.1.3. Περιοχή Σκουριών
Οι δυνητικές επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου επί των μορφολογικών χαρακτηριστικών της περιοχής Σκουριών σχετίζονται με:
• το χώρο του ενοποιημένου ορύγματος (393 στρ.)
• τη δημιουργία της εγκατάστασης απόθεσης αποβλήτων στον Καρατζά Λάκκο και Λοτσάνικο (1.269 στρ.)
• την κατασκευή των επιφανειακών εγκαταστάσεων (126,19 στρ.)
• τη δημιουργία των οδών πρόσβασης μεταφοράς (791,2 στρ.)
Ενοποιημένο όρυγμα και εγκατάσταση απόθεσης:
Με βάση, λοιπόν, τα παραπάνω, αναμένονται εκτεταμένες μορφολογικές μεταβολές στην περιοχή της εκσκαφής του ορύγματος καθώς και στη θέση του υφιστάμενου ανάγλυφου της περιοχής του κοιτάσματος των Σκουριών, θα δημιουργηθεί προσωρινά ένα έγκοιλο, βάθους 220 m, όπου στη φάση της αποκατάστασής του θα μετατραπεί σε μια επιφάνεια, η οποία θα παρουσιάζει παρόμοια μορφολογικά χαρακτηριστικά με αυτά της υφιστάμενης κατάστασης. Επομένως, οι επιπτώσεις της εξορυκτικής δραστηριότητας στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής των Σκουριών θα είναι σημαντικές, ενώ μπορούν να χαρακτηριστούν ως παροδικές δεδομένου ότι μετά την παύση λειτουργίας του έργου και την ολοκλήρωση της αποκατάστασης του το ανάγλυφο που θα προκύψει θα είναι όμοιο με το υφιστάμενο.
Εγκατάσταση απόθεσης αποβλήτων στον Καρατζά Λάκκο και στο Λοτσάνικο:
Κατά τη φάση αποκατάστασης, τοποθετώντας κατάλληλη ποσότητα αποβλήτων εξόρυξης, εδαφικού υλικού και φυτικής γης (βλέπε Κεφάλαιο 6), το τελικό ανάγλυφο της περιοχής θα αλλάξει σημαντικά αλλά εν γένει θα ακολουθεί τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της γύρω περιοχής, η οποία παρουσιάζει έντονες μορφολογικές εξάρσεις και ως εκ τούτου εκτιμάται ότι θα ενταχθεί εν γένει ομαλά στο ανάγλυφο της ευρύτερης περιοχής.
Με βάση τα παραπάνω αναμένονται εκτεταμένες μορφολογικές μεταβολές δεδομένου ότι τμήματα των υφιστάμενων μισγάγγειων των ρεμάτων Καρατζάς Λάκκος και Λοτσάνικο, θα διαμορφωθούν σε πλατώματα, συνολικής έκτασης 1.269 στρεμμάτων. Επομένως, οι επιπτώσεις αξιολογούνται ως σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
Επιφανειακές εγκαταστάσεις (εργοστάσιο εμπλουτισμού):
Το εργοστάσιο εμπλουτισμού θα κατασκευαστεί στη περιοχή που βρίσκεται ανάντη των θέσεων των δυο χώρων απόθεσης στερεών αποβλήτων. Για την κατασκευή του υπόβαθρου έδρασής του θα απαιτηθούν μορφολογικές μεταβολές, έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια έκταση περίπου 126,19 στρεμμάτων σε υψόμετρο περίπου 620 m. Οι μορφολογικές παρεμβάσεις αφορούν ως επί το πλείστον ορύγματα και επιχώσεις ισοζυγισμένα με απώτερο στόχο τη δημιουργία ενός πλατώματος για τη χωροθέτηση του εργοστασίου. Κατά τη φάση αποκατάστασης, οι κύριες και βοηθητικές εγκαταστάσεις θα απομακρυνθούν (εκτός και αν οι τοπικοί φορείς θελήσουν να τα χρησιμοποιήσουν για κάποιους κοινωφελείς σκοπούς) και η περιοχή θα αποκατασταθεί κατάλληλα με διάστρωση φυτικής γης, προκειμένου να προσομοιάζει στη σημερινή κατάσταση. Επομένως, οι επιπτώσεις της κατασκευής του εργοστασίου εμπλουτισμού στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής των Σκουριών θα είναι σχετικά περιορισμένες και αξιολογούνται ως μετρίως σημαντικές, ενώ χαρακτηρίζονται ως μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
Οδοί πρόσβασης μεταφοράς:
Τα έργα υποδομής που θα χρειαστεί να κατασκευαστούν για τις ανάγκες του Έργου αφορούν κυρίως την κατασκευή του εσωτερικού οδικού δικτύου μήκους περίπου 9,5 km και του κύριου δρόμου μεταφοράς συμπυκνώματος στις εγκαταστάσεις της μεταλλουργίας στον Μαντέμ Λάκκο και από εκεί στο λιμάνι του Στρατωνίου, μήκους 23 km περίπου. Η συνολική έκταση κατάληψης αυτών των δρόμων είναι περίπου 791,2 στρ, από τα οποία περίπου 138 στρ. αντιστοιχούν σε υφιστάμενη οδοποιία.
Με βάση, λοιπόν τα παραπάνω, προκύπτει ότι όσον αφορά στο εσωτερικό οδικό δίκτυο θα απαιτηθούν μεγάλες ποσότητες εκσκαφών, παρόλο του μικρού μήκους χάραξης του, ενώ όσον αφορά το δρόμο μεταφοράς των προιόντων, οι εκσκαφές κα οι επιχώσεις θα είναι περιορισμένου εύρους, λόγω του ότι ακολουθείται υφιστάμενη χωμάτινη οδός, αλλά παρόλα αυτά το μήκος της χάραξης θα είναι αρκετά μεγάλο (23.142 m). Μετά το πέρας της υλοποίησης του υπό μελέτη έργου, οι δρόμοι αυτοί θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται ως δασικοί δρόμοι ή ως δρόμοι πυρόσβεσης, ενώ αποκατάσταση θα επέλθει μόνο στα πρανή τους, τα οποία θα επενδυθούν με φυτική γη 0,30 m. Επομένως, οι επιπτώσεις των οδών πρόσβασης μεταφοράς στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής των Σκουριών, αξιολογούνται ως σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
Από τα όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει ότι οι επιπτώσεις στα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής των Σκουριών αξιολογούνται ως σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
7.3.1.4. Εκτίμηση Σωρευτικών Επιπτώσεων – Συμπεράσματα
Για την περιβαλλοντική, λοιπόν, παράμετρο «Μορφολογικά χαρακτηριστικά» εκτιμήθηκε ότι οι επιπτώσεις που θα επιφέρει το υπό μελέτη έργο στην περιοχή του Στρατωνίου είναι σημαντικές, μόνιμες και μερικώς αναστρέψιμες (κυρίως εξαιτίας της δημιουργίας της εγκατάστασης απόθεσης αποβλήτων στον Κοκκινόλακκα), στην περιοχή της Ολυμπιάδας αμελητέες και τέλος στην περιοχή των Σκουριών σημαντικές, μόνιμες και μερικώς αναστρέψιμες (κυρίως εξαιτίας των χώρων απόθεσης των στερεών αποβλήτων αλλά και της κατασκευής των οδών πρόσβασης και μεταφοράς). Λαμβάνοντας, υπόψη τα ανωτέρω εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις στα μορφολογικά χαρακτηριστικά από το προτεινόμενο έργο σε επίπεδο περιοχής μελέτης εκτιμώνται ως σημαντικές, μόνιμες και μερικώς αναστρέψιμες.
7.3.2. Οπτική όχληση
Μια από τις κυριότερες δυνητικές επιπτώσεις των μεταλλευτικών / μεταλλουργικών δραστηριοτήτων είναι η οπτική όχληση που δημιουργείται ως συνέπεια της αλλοίωσης των τοπιολογικών χαρακτηριστικών της περιοχής που λαμβάνουν χώρα. Η επίπτωση είναι μεγαλύτερη στη περίπτωση επιφανειακών εκμεταλλεύσεων, ειδικά σε περιοχές όπου υπάρχει άμεση επαφή με κάποιο δρόμο, οικισμό ή ευαίσθητη σε οπτική όχληση χρήση (π.χ. αρχαιολογικός χώρος).
7.5. Οικοσυστήματα, χλωρίδα και πανίδα
7.5.1. Οικοσυστήματα – Βλάστηση - Χλωρίδα
7.5.1.5. Εκτίμηση Σωρευτικών Επιπτώσεων – Συμπεράσματα
Στην περιοχή των Σκουριών, οι τύποι οικοτόπων μέρος των οποίων θα αποψιλωθεί, παρουσιάζουν συγκριτικά μεγαλύτερη οικολογική αξία. Εκτός από τις αναδασώσεις Μαύρης Πεύκης και τους αγρούς, οι άλλοι 3 οικότοποι στους οποίους θα υπάρξουν παρεμβάσεις περιλαμβάνονται στο Παράρτημα I της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, χωρίς όμως οι περιοχές που εμφανίζονται αυτοί οι οικότοποι να έχουν ενταχθεί σε κάποιο καθεστώς προστασίας, δεδομένου ότι δεν αποτελούν οικότοπους προτεραιότητας. Όσον αφορά στα είδη χλωρίδας, οι περιοχές επέμβασης χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη σπάνιων ειδών, που είτε περιλαμβάνονται στο παράρτημα V της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, είτε περιέχονται στο Κόκκινο Βιβλίο των απειλούμενων φυτών της Ελλάδας, επομένως οι επιπτώσεις στην περιοχή εκτιμώνται ως τοπικά σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η εμφάνιση αυτών των ειδών χλωρίδας δεν περιορίζεται αποκλειστικά στις περιοχές επέμβασης αλλά υπάρχουν αναφορές εμφάνισής τους και σε άλλα σημεία της ευρύτερης περιοχής (βλ. παράρτημα ΙΙΙ).
7.5.2. Πανίδα
7.5.2.3. Περιοχή Σκουριών
Η μοναδική από τις τρεις περιοχές μελέτης η οποία είναι σχετικά αδιατάρακτη από ανθρωπογενείς παρεμβάσεις είναι η περιοχή των Σκουριών. Η ποικιλία των τύπων οικοτόπων και οι συνδυασμοί αυτών, καθώς και τα σπάνια είδη που υπάρχουν στην περιοχή, την καθιστούν ως ένα αξιόλογο βιότοπο ως προς την οικολογική αξία και βιοποικιλότητα.
Συστάδες δέντρων μεγάλης ηλικίας και μεγάλα τμήματα σχετικά αδιατάρακτου δάσους, απαντώνται στην περιοχή των Σκουριών και χαρακτηρίζονται κατά κόρον από δρεις και οξιές. Τέτοιου είδους ενδιαιτήματα αποτελούν σημαντική πηγή τροφής για σαρκοφάγα κυρίως είδη, αλλά παρουσιάζουν γενικότερα μεγάλη ποικιλία σε όλα τα είδη πανίδας. Τα παρόχθια δάση στην περιοχή, είναι εξίσου καλά ανεπτυγμένα καθόλο το μήκος του ποταμού Ασπρόλακκα και των παραποτάμων του. Το γραμμικό τους σχήμα επιτρέπει την ευρύτερη διασπορά των ειδών πανίδας που διαβιούν σε αυτά.
Τα σημαντικά είδη που απαντώνται στις Σκουριές, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που έγιναν στα πλαίσια της εκπόνησης των εργασιών πεδίου της παρούσας μελέτης (2010) και της Ο.Μ.Β. του 1998 στην περιοχή, είναι η βίδρα (Lutra lutra), το ζαρκάδι (Capreolus capreolus) και η αγριόγατα (Felis sylvestris) όσον αφορά στα θηλαστικά, ο σφηκιάρης (Pernis apivorus), ο σταυραετός (Aquila pennata), ο μαυροπελαργός (Ciconia nigra), ο μαύρος δρυοκολάπτης (Dryocopus martius), η βαλκανοτσικλιτάρα (Dendrocopos syriacus) και ο λευκονώτης δρυοκολάπτης (Dendrocopos leucotos) όσον αφορά στην ορνιθοπανίδα, ο πρασινόφρυνος (Bufo viridis), ο φρύνος (Bombina variegata), ο δενδροβάτραχος (Hyla arborea), ο βαλκανοβάτραχος (Pelophylax kurtmuelleri) και ο σβελτοβάτραχος (Rana dalmatina) όσον αφορά στα αμφίβια και τέλος η τρανόσαυρα (Lacerta trilineata), η πρασινόσαυρα (Lacerta viridis), το σιλιβούτι (Podacris enhardii), το μικρό κονάκι (Ablepharus kitaibelli), ο λαφιάτης (Elaphe quatorlineata), το σπιτόφιδο (Zamenis situlus), το γιατρόφιδο (Zamenis longissimus), ο ζαμενής (Dolichopis caspitus) και η οχιά (Vipera ammodytes), όσον αφορά στα ερπετά.
Επιπλέον, παρατηρήθηκε και ένας σημαντικός αριθμός χερσαίων ασπόνδυλων με ιδιαίτερη οικολογική αξία. Σημαντικά ασπόνδυλα στην περιοχή είναι και τα είδη Morinus funereus Muls. (Coleoptera: Cerambycidae), Syntacurus pirithus (Lycenidae) που είναι και ασυνήθιστο στον Ελλαδικό χώρο, Libelloides macaronius (στις εκβολές του Ασπρόλακκα) και τέλος, άτομα του γένους Cychrus (Coleoptera: Carabidae). Τέλος, στην περιοχή της Κερασιάς εντοπίστηκε και ένα είδος της οικογένειας Aradidae, το οποίο συγκαταλέγεται ως σημαντικό.
Από τις επεμβάσεις των έργων στην περιοχή, αποψιλώνονται 1463,6 στρέμματα του τύπου οικοτόπου με κωδικό 9130 (∆άση οξιάς Asperulo - Fagetum), 441,39 στρ. του τύπου οικοτόπου με κωδικό 9280 (∆άση δρυός Quercus frainetto) και 291,4 στρ. του τύπου οικοτόπου με κωδικό 9120 (∆άση οξιάς με Ilex και Taxus). Στην άμεση περιοχή επέμβασης των έργων, κατά τη διάρκεια των εργασιών πεδίου κατεγράφησαν μερικά από τα σημαντικά είδη πανίδας που αναφέρονται σε παραπάνω παράγραφο του παρόντος κεφαλαίου. Τα πυκνά δάση οξιάς και δρυός της περιοχής, παρέχουν το κατάλληλο ενδιαίτημα για σημαντικά είδη όπως οι δρυοκολάπτες Dryocpus martius, Dendrocopos leucotos και Dendrocopos syriacus. Τα ζαρκάδια και οι αγριόγατες προτιμούν επίσης τέτοιου είδους ενδιαιτήματα, των οποίων η υποβάθμιση ή ο κατακερματισμός θα οδηγήσει στην εξάλειψη ή την πλήρη απομάκρυνσή τους από την άμεση περιοχή των έργων, αφού είναι είδη εξαιρετικά ευαίσθητα στην ανθρωπογενή παρέμβαση ή παρουσία. Εντός των συγκεκριμένων δασικών διαπλάσεων, παρατηρήθηκαν σημαντικά είδη χερσαίων ασπόνδυλων που αποτελούν παράλληλα δείκτες υψηλής οικολογικής αξίας.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών πεδίου της Ο.Μ.Β. του 1998 στην περιοχή των Σκουριών, εντοπίστηκαν ίχνη βίδρας στον ποταμό Καρόλακκα. Η διατήρηση της δίαιτας των νερών καθώς και της ποιοτικής κατάστασης του υγροτοπικού συστήματος, δε θα προκαλέσει σημαντικές επιπτώσεις στα αμφίβια και τα υγρόφιλα είδη που διαβιούν μακριά από τις άμεσες περιοχές επέμβασης.
Τα επίπεδα θορύβου που προκύπτουν λόγω των εργασιών στην περιοχή είναι σχετικά χαμηλά. Βέβαια, στην άμεση περιοχή επέμβασης, όπου και κατασκευάζονται τα έργα, τα επίπεδα αυτά αυξάνονται αισθητά. Επίσης, στο δυσμενέστερο σενάριο της άπνοιας, οι ατμοσφαιρικές εκπομπές σκόνης είναι κάτω από τα επιτρεπτά όρια, ενώ οι τιμές του Pb και του As για την περιοχή των Σκουριών είναι πολύ μικρές τάξεις μεγέθους κάτω από τα όρια (Pb 0.5 μg/m3, As 6 ng/m3). Τα άγρια θηλαστικά της περιοχής θα οχληθούν και θα απομακρυνθούν, παρομοίως και όσα είδη πτηνών φωλεάζουν στα πυκνά από χλωριδικής άποψης ενδιαιτήματα.
Συμπερασματικά, οι επιπτώσεις στην πανίδα της περιοχής των Σκουριών που οφείλονται στην επέμβαση των έργων, εκτιμώνται ως σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
7.5.2.4. Εκτίμηση σωρευτικών επιπτώσεων - Συμπεράσματα
Στην περιοχή των Σκουριών, η επέμβαση γίνεται σε μη διαταραγμένα φυσικά οικοσυστήματα, με αξιοσημείωτη παρουσία σημαντικών ειδών χλωρίδας και πανίδας, συνδυασμός που τα καθιστά σημαντικά από οικολογική άποψη. Επομένως οι επιπτώσεις στην πανίδα των Σκουριών εκτιμώνται ως τοπικά σημαντικές, μόνιμες και μη αναστρέψιμες.
7.5.3. Οικολογικά ευαίσθητες - Προστατευόμενες περιοχές
Η εκτίμηση των επιπτώσεων που προκαλούνται από την κατασκευή και λειτουργία των εγκαταστάσεων και τις μεταλλευτικές εργασίες του ερευνητικού σχεδίου, στις προστατευόμενες περιοχές, θα εξετασθεί ανάλογα με τις εκτάσεις των τελευταίων που βρίσκονται εντός των άμεσων περιοχών των έργων.
7.5.3.3. Περιοχή Σκουριών
Στην περιοχή των Σκουριών, υπάρχει η προστατευόμενη περιοχή ΚΑΖ «Σκουριές – Καστέλι – Κάκκαβος» (Κ129), εντός των ορίων της οποίας προτείνεται η κατασκευή νέων εγκαταστάσεων.
7.10.3. Περιοχή Σκουριών
7.10.3.1. Ποτάμια υδατικά συστήματα Σκουριών
Φάσεις Ανάπτυξης και Λειτουργίας
Οι αναμενόμενες επεμβάσεις στα ποτάμια υδατικά συστήματα σχετίζονται με:
• Κατάληψη λεκάνης απορροής Καρόλακκα για την ανάπτυξη του ενοποιημένου ορύγματος και την κατασκευή εργοστασίου εμπλουτισμού και συνοδώνεγκαταστάσεων.
• Κατασκευή λειτουργία και αποκατάσταση εγκατάστασης απόθεσης αποβλήτων και εγκιβωτισμός κοίτης στο ρ.Καρατζά Λάκκου (ΕΑΑΚΛ).
• Κατασκευή λειτουργία και αποκατάσταση εγκατάστασης απόθεσης αποβλήτων και εγκιβωτισμός κοίτης στο ρ.Λοτσάνικο (ΕΑΑΛ).
• Αποστράγγιση με γεωτρήσεις για την ασφαλή ανάπτυξη και λειτουργία του υπόγειου μεταλλείου.
• Εισπίεση αντλούμενων νερών μεταλλείου στον υδροφορέα του γνευσίου.
• Κατασκευή και λειτουργία εσωτερικής και εξωτερικής οδοποιίας, με χώρους προσωρινής απόθεσης υλικών και έργα υδραυλικής προστασίας.
• ∆ιάθεση νερών στο ρ.Κοκκινόλακκα.
Με βάση τα παραπάνω διαπιστώνεται ότι η επίπτωση που θα επέλθει στην περιοχή Σκουριών από την άντληση για καταβιβασμό στάθμης νερού στο μεταλλείο Σκουριών αναμένεται να είναι αρνητική για ορισμένα ποτάμια υδατικά συστήματα, τα οποία όμως δεν θίγονται σημαντικά. Έτσι, η επίπτωση στα ποτάμια υδατικά συστήματα αναμένεται να είναι μετρίως σημαντική, εν μέρει παροδική και εν μέρει μόνιμη, αλλά επιδεχόμενη επανορθωτικών μέτρων.
Σχήμα 7.10.3-1. Αναπαράσταση του κώνου άντλησης στο μεταλλείο Σκουριών στην τελική φάση καταβιβασμού της στάθμης στο -130.
∆ίνονται: με χρωματική κλίμακα (πάνω αριστερά) οι καμπύλες πτώσης στάθμης ανά 35 m, και με κίτρινο χρώμα οι ισοϋψείς καμπύλες. Με μπλε κύκλο δίνεται η προτεινόμενη περιοχή εισπίεσης της περίσσειας των αντλούμενων νερών.
7.10.3.2. Συστήματα υπογείων υδάτων Σκουριών
Φάση Ανάπτυξης και Λειτουργίας
Οι αναμενόμενες επεμβάσεις στα συστήματα υπογείων υδάτων σχετίζονται με:
• Αποστράγγιση με γεωτρήσεις για την ασφαλή ανάπτυξη και λειτουργία του υπόγειου μεταλλείου
• Εισπίεση αντλούμενων νερών μεταλλείου στον υδροφορέα του γνευσίου
• Κατασκευή λειτουργία και αποκατάσταση εγκαταστάσεων απόθεσης αποβλήτων και εγκιβωτισμός κοίτης ρ.Καρατζά Λάκκου και ρ.Λοτσάνικου
• Λειτουργία ενοποιημένου ορύγματος (εξόρυξη στείρων και μεταλλεύματος και
επαναπλήρωση με απόβλητα εμπλουτισμού)
• Διάθεση νερών στο ρ.Κοκκινόλακκα
Όσον αφορά το ισοζύγιο υπογείων νερών στην περιοχή Σκουριών, όπως έχει αναφερθεί και στην προηγούμενη παράγραφο, με βάση την υδρογεωλογική μελέτη (Βεράνης, 2010) εκτιμάται ότι ο κώνος αποστράγγισης θα έχει διάμετρο 4,5 km κατά την διεύθυνση Β∆-ΝΑ και 3,2 km κατά τη διεύθυνση Ν∆-ΒΑ. Σχετικά με τους συμβάλλοντες του ποταμού Χαβρία (ρέμα Παναγιάς και ρέμα Ξινονέρι), αυτοί βρίσκονται οριακά εντός της ζώνης επιρροής του κώνου και εκτιμάται ότι θα υποστούν ελαφρά μείωση πηγαίων αναβλύσεων στα ανάντη.
Η μέθοδος αποστράγγισης του υπόγειου μεταλλείου με τη χρήση γεωτρήσεων εξυπηρετεί δύο βασικούς στόχους:
1. Την αποφυγή επαφής του υπόγειου νερού με το κύριο σώμα της μεταλλοφορίας, το οποίο εμπλουτίζει το νερό σε μέταλλα. Έτσι εξασφαλίζεται ότι η ποιότητα του αντλούμενου νερού θα είναι τουλάχιστον ίδια με αυτή του in situ υπόγειου νερού ή και καλύτερη, κατά συνέπεια αποφεύγεται η ανάγκη επεξεργασίας πριν από οποιαδήποτε διάθεση.
2. Τον αποτελεσματικό έλεγχο της στάθμης του υπόγειου νερού κατά τη φάση ανάπτυξης, αλλά και αργότερα κατά τις διάφορες φάσεις λειτουργίας, ανάλογα με τις ανάγκες της εκμετάλλευσης αλλά και με τις υδρολογικές-υδρογεωλογικές συνθήκες.
Η αναμενόμενη επίπτωση στα συστήματα υπογείων υδάτων εκτιμάται ότι θα είναι αρνητική, εξ αιτίας της χρήσης υπογείου νερού και του καταβιβασμού της στάθμης, όμως θα είναι μη σημαντική δεδομένου του σημαντικού αποθέματος νερών της περιοχής (που οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα αποκρίσεων στην ευρύτερη περιοχή) και της εφαρμογής της μεθόδου εισπίεσης. Ούτως ή άλλως η όποια επίπτωση θα είναι παροδική και αναμένεται να διατηρηθεί μέχρι τη φάση οριστικής αποκατάστασης.
7.10.4. Εκτίμηση Σωρευτικών Επιπτώσεων - Συμπεράσματα
Οι εκτιμήσεις που προηγήθηκαν οδηγούν στα εξής συμπεράσματα:
•Οι αρνητικές επιπτώσεις στα παράκτια υδατικά συστήματα της περιοχής Σκουριών θα είναι γενικά παροδικές, καθώς θα υπάρξει πλήρης αποκατάσταση, ομοίως και οι θετικές. Εξαίρεση αποτελούν οι επιπτώσεις από τα έργα οδοποιίας τα οποία αναμένεται να έχουν εναπομένουσες αμελητέες αρνητικές επιπτώσεις στα συστήματα αυτά και μετά το κλείσιμο των εγκαταστάσεων και τη φάση αποκατάστασης. Επιπλέον, οι επιπτώσεις του Έργου στην περιοχή Σκουριών θα είναι μερικώς αναστρέψιμες, επιδεχόμενες επανορθωτικών μέτρων, αλλά μόνιμες.